ΣΕΒ: Η επανεκκίνηση της οικονομίας απαιτεί ρηξικέλευθες πολιτικές
Oxford Economics (Tomas Dvorak,
Eurozone: Coronavirus likely to hit the periphery hardest, Oxford Economics, 16
March 2020), συστηματοποιούνται ορισμένοι διαρθρωτικοί παράγοντες που καθιστούν
τις οικονομίες της Ευρωζώνης περισσότερο ή λιγότερο ευάλωτες στην κρίση του
κορωνοϊού. Όσον αφορά στην Ελλάδα, το σχετικά μικρό μερίδιο της μεταποίησης
στην οικονομία και η σχετικά χαμηλή συμμετοχή της στη διεθνή εφοδιαστική
αλυσίδα είναι στοιχεία που περιορίζουν την επίπτωση της κρίσης στην ελληνική
οικονομία. Από την άλλη μεριά, μια σειρά από παράγοντες επιδρούν προς την
αντίθετη κατεύθυνση. Ο γερασμένος πληθυσμός, η μεγάλη εξάρτηση της οικονομίας
από τον τουρισμό, το μεγάλο μερίδιο των αυτοαπασχολούμενων και ελεύθερων
επαγγελματιών, το σχετικά μικρό μέγεθος των ελληνικών επιχειρήσεων, και, τέλος,
ακόμη και οι χαμηλές ταχύτητες στο ίντερνετ, αξιολογούνται ως αρνητικοί
παράγοντες που μεγεθύνουν την επίπτωση της κρίσης του κορωνοϊού στην ελληνική
οικονομία.
Διαβάστε εδώ αναλυτικά το δελτίο: https://www.sev.org.gr/Uploads/Documents/52931/2020_04_15_EconBulletin.pdf
Η ελληνική κυβέρνηση αρχικά έκανε λόγο (3/4/2020)
για μέχρι και -4% ύφεση το 2020 χωρίς τη λήψη μέτρων, που μπορεί να περιορισθεί
σε -2%, με τη λήψη μέτρων. Οι αρχικές αυτές προβλέψεις έχουν ήδη αναθεωρηθεί
επί τα χείρω, καθώς βραχυπρόθεσμοι δείκτες δείχνουν όξυνση της ύφεσης στην
Ευρωζώνη. Σύμφωνα με δηλώσεις (12/04/2020) του Υπουργού Οικονομικών (συνέντευξη στον ραδιοφωνικό σταθμό ΘΕΜΑ Radio 104,6
FM), η κρίση του κορωνοϊού στοιχίζει στο ελληνικό ΑΕΠ 2,5 μονάδες
κάθε μήνα, ενώ η ύφεση το 2020 εκτιμάται ότι θα είναι μεταξύ -5% και -10%, όσο
και στην Ευρωζώνη. Το ΔΝΤ αναβιβάζει την ύφεση στην Ελλάδα σε -10%, με τον μέσο
όρο στην Ευρωζώνη σε -7,5%.
Πιο αναλυτικά, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (World Economic Outlook,
14/04/2020) προβλέπει ότι το παγκόσμιο ΑΕΠ θα συρρικνωθεί κατά -3%
το 2020 και θα ανακάμψει το 2021 σημειώνοντας αύξηση +5,8%. Οι απώλειες από την
παγκόσμια οικονομία εκτιμάται ότι θα είναι της τάξης των USD 9 τρισ.,
καθιστώντας την κρίση του 2020 συγκρίσιμη με την μεγάλη ύφεση του 1930. Για την
Ελλάδα, το ΔΝΤ προβλέπει ύφεση κατά -10% το 2020, αύξηση της ανεργίας σε 22,3%
από 16,4% (Ιαν. 2020) και διεύρυνση του ελλείμματος στο ισοζύγιο τρεχουσών
συναλλαγών σε 6,5% του ΑΕΠ από 2,1% το 2019. Αν και, σύμφωνα με το ΔΝΤ, η
ελληνική οικονομία θα επανέλθει σε τροχιά ανάκαμψης, με επέκταση 5,1% το 2021,
η ανεργία θα παραμείνει υψηλή, στο επίπεδο του 19%, και το έλλειμμα στο
ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών θα περιοριστεί στο 3,4% του ΑΕΠ (Δ01).
Σημειώνεται ότι η ύφεση που προβλέπει το ΔΝΤ για την Ελλάδα είναι η μεγαλύτερη
μεταξύ των χωρών της Ευρωζώνης, όπου η μείωση του ΑΕΠ εκτιμάται ότι θα
διαμορφωθεί κατά μέσο όρο σε -7,5%, με σημαντικές απώλειες στην Ιταλία (-9,1%),
την Ισπανία (-8%), τη Γαλλία (-7,2%) και τη Γερμανία (-7%). Η βασική υπόθεση
του ΔΝΤ για τις προβλέψεις αυτές είναι ότι η πανδημία θα εξασθενίσει κατά το 2ο
εξάμηνο του 2020, δίνοντας τη δυνατότητα για σταδιακή χαλάρωση των
περιοριστικών μέτρων. Παράλληλα, το ΔΝΤ επισημαίνει ότι οι κίνδυνοι για
μεγαλύτερη ύφεση είναι υπαρκτοί, καθώς η πορεία της πανδημίας του κορωνοϊού
παραμένει αβέβαιη.
Εκτιμάται ότι τα μέτρα που έχει ανακοινώσει και
εφαρμόζει η ελληνική κυβέρνηση, θα προφυλάξουν την ελληνική οικονομία σε κάποιο
βαθμό από την πραγματοποίηση των ακραίων εκτιμήσεων του ΔΝΤ, παρόλο που η
αβεβαιότητα όσον αφορά στις προβλέψεις είναι εξαιρετικά μεγάλη λόγω της
ιδιαιτερότητας του φαινομένου. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι η Ελλάδα δεν θα
πρέπει να λάβει σοβαρά υπόψη τις προβλέψεις του ΔΝΤ, και να ενισχύσει τα μέτρα
για την αποτροπή του σεναρίου εξαιρετικά υψηλής ύφεσης.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου